ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΕΑΑΚ


Όταν γράφονταν οι παρακάτω γραμμές η κατάσταση έμοιαζε αρκετά διαφορετική. Τα σχήματα θα συζητούσαν στα πλαίσια ενός διημέρου, του πρώτου εαρινού μετά το 2011. Δυστυχώς αυτό δεν κατέστη εφικτό. Θεωρούμε ότι πρέπει να διαχωρίσουμε τη στάση μας από τις δυνάμεις που οδηγούν de facto στον εκφυλισμό των ήδη προβληματικών διαδικασιών συντονισμού των σχημάτων. Η επιβολή της ατζέντας των οργανώσεων πάνω στις διαδικασίες της ΕΑΑΚ έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την όποια επιδιωκόμενη αυτοτέλεια του μορφώματος. Εκτός αυτού, είναι τουλάχιστον υποκριτικό να εμφανίζονται ως θεματοφύλακες της δημοκρατίας οι πάσης φύσεως εμπλεκόμενοι ή ανεχόμενοι τις εκάστοτε αντιδημοκρατικές συμπεριφορές που βαρύνουν το εσωτερικό μας, οι ίδιοι που τόσα χρόνια βολεύονταν μοιράζοντας τα σχήματα σε καταλόγους οργανώσεων, οι ίδιες δυνάμεις που προτίμησαν να υπάρχουν δύο σχήματα ΕΑΑΚ σε μια σειρά σχολών προκειμένου να μην έρθουν σε σύγκρουση με τις δομικές πολιτικές και οργανωτικές προβληματικές του μορφώματος, καθώς αυτές εξυπηρετούσαν το στενό τους οργανωτικό σχεδιασμό. Μια διαδικασία που δε μπορεί να εμπλέξει όλα τα σχήματα στερείται αποτελεσματικότητας, ωστόσο είναι καλύτερα να γίνει έστω μια προσπάθεια λειψού συντονισμού από μια οριστική ακύρωση του διημέρου για τους δεδομένους οργανωτικούς λόγους. Η κρίση του μορφώματος επιτείνεται και είναι αναγκαίο κάθε υγιής δύναμη μέσα στο μόρφωμα να αναλάβει τις ευθύνες της, ώστε να γίνουν αποφασιστικά βήματα για την υπέρβαση αυτής της κατάστασης, για δημοκρατικές δομές συντονισμού της ΕΑΑΚ, για μια ΕΑΑΚ που να μπορεί να αναδείξει τη δημοκρατία του εσωτερικού της ως πρότυπο δημοκρατίας για το κίνημα, ως πρόπλασμα των δομών που θέλουμε να χτίσουμε αλλάζοντας την κοινωνία.

Η φετινή εαρινή απόπειρα διημέρου έρχεται σε μια κρίσιμη περίοδο, που τα σχήματα της ΕΑΑΚ καλούνται να διαδραματίσουν πρωταγωνιστικό ρόλο, τόσο στο εσωτερικό των σχολών τους, όσο και σε κεντρικό επίπεδο, ως δύναμη οργάνωσης και έκφρασης του πρωτοπόρου μέρους του φοιτητικού σώματος.

Και ενώ πλέον το ζήτημα της εσωτερικής μας δημοκρατίας έχει πάψει να αποτελεί ταμπού, ο τρόπος που συνήθως ανοίγει μέσω γενικόλογων διαπιστώσεων για οργανωτικά προβλήματα, οδηγεί σε προτάσεις-καρικατούρες, που ευαγγελίζονται αναβαθμισμένη λειτουργία μέσω της αλλαγής των δομών, παραβλέποντας-σκόπιμα ή μη- ότι πίσω από τις οργανωτικές ανεπάρκειες που αντιμετωπίζουμε υποκρύπτονται κατά βάση πολιτικά αίτια.

Και για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι: πρωταρχικό ζήτημα στο οποίο θα πρέπει να εστιάσουμε είναι η ιδιότυπη κατάσταση των διασπάσεων σχημάτων ή της ύπαρξης διπλών σχημάτων σε κοινούς συλλόγους. Αν και το τελευταίο διάστημα παρατηρείται μια πρόοδος (συγκριτικά με την κατάσταση που επικρατούσε πριν δύο χρόνια), αυτό συμβαίνει κυρίως λόγω οργανωτικών δυσχερειών του εκάστοτε σχήματος και όχι επειδή αποτελεί πολιτική προτεραιότητα στο σύνολο της ΕΑΑΚ. Το τελευταίο αποτυπώνεται στην μόνιμη κωλυσιεργία στις διαδικασίες ενοποίησης και στη χαλαρή αντιμετώπιση των ενωτικών πρωτοβουλιών. Το βασικό πρόβλημα για αυτή την κατάσταση όμως παραμένει: οι υπαρκτές πολιτικές διαφωνίες δεν επιδιώκεται τα υπερβληθούν  μέσω της κεκτημένης διαδικασίας της σύνθεσης, αλλά μέσω της επίκλησης στους «συσχετισμούς μέσα στο σύλλογο».

Η προαναφερόμενη έλλειψη κουλτούρας σύνθεσης, αλληλοτροφοδοτούμενη από την ελλιπή   πολιτικοποίηση, αντανακλώνται και στο επίπεδου συντονισμού. Αντί οι πολιτικές διαφωνίες να αποτελούν αντικείμενο οργανωμένης συζήτησης της βάσης, καταλήγουν να αφορούν μόνο τις «επιτροπές κειμένων» και να καθορίζονται εκ νέου από την επίκληση «στους συσχετισμούς στο σώμα». Σε αυτό το σημείο πρέπει να αποδοθούν και οι ευθύνες που αναλογούν στις πλειοψηφικές οργανώσεις που παρεμβαίνουν στην ΕΑΑΚ, οι οποίες αντιλαμβάνονται στρεβλά την ύπαρξη ενός σχήματος μέσα στη διαδικασία συντονισμού, ως ιμάντα μεταβίβασης πολιτικών απόψεων, με αποτέλεσμα την διαιώνιση του φαινομένου των διπλών σχημάτων και την ίδια την υποβάθμιση των διαδικασιών, που διεξάγονται όταν και όποτε το αποφασίσουν αυτές. Έτσι οι διαδικασίες συντονισμού καταλήγουν να είναι άνευρες, με υπερ-εκπροσώπηση των μονολιθικών τοποθετήσεων-καρμπόν, μοιρασμένων από πριν με ποσοστώσεις, με  δυσανάλογη παρέμβαση στον διάλογο κεντρικών-περιφερειακών σχημάτων και τελικά χωρίς κανένα διακύβευμα για το πού θα καταλήξουν, αφού από τα πριν έχει καθοριστεί ποια άποψη θα επικρατήσει. Οι μη βιώσιμες συνθήκες υπό τις οποίες διεξάγονται τα συντονιστικά, αποτελούν απλώς το εποικοδόμημα, αφού η έλλειψη συντροφικότητας απέναντι στη διαφορετική ή μειοψηφική άποψη και ο εξευτελισμός της διαδικασίας -από μια κρίσιμη στιγμή που αποφασίζουμε πώς πορευόμαστε, σε μια μάχη οργανώσεων- οδηγούν τελικά σε έλλειψη κάθε ενδιαφέροντος και σε καταστρατήγηση κάθε έννοιας χρονικού ορίου. Τελική κατάληξη όλης αυτής της διαδικασίας (βέβαια όχι πάντα) αποτελεί η παραγωγή κειμένων χωρίς στόχο, που δεν αντανακλούν την πραγματική πολιτική αντιπαράθεση, αλλά συγγράφονται προκειμένου να φανεί ότι κάθε οργάνωση «πέρασε το δικό της».

Περί των τελευταίων προτάσεων και των ανεπίλυτων προβλημάτων
Πέρα από τις όποιες προθέσεις, για να καταλήξουμε σε ένα πιο δημοκρατικό μοντέλο λειτουργίας όπου θα υπάρχει ουσιαστικός έλεγχος από το σύνολο των συντρόφων και συντροφισσών, θα πρέπει να εστιάσουμε κυρίως στα προβλήματα πολιτικής φύσης και κυρίως στη λογική της ανάθεσης που εμφανίζεται πιο έντονα τα τελευταία χρόνια. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να υπάρξει αυτοκριτική, ώστε να καταλήξουμε τι πρέπει να αλλάξουμε, προς ποια κατεύθυνση και με ποιες δικλείδες.

Το αντίστροφο, δηλαδή η επίκληση στα υπαρκτά προβλήματα προκειμένου να επιβληθεί ένα μοντέλο λειτουργίας, βάσει των προτεραιοτήτων μιας οργάνωσης, αποτελεί προβληματική βάση.  Ένα νέο μοντέλο οφείλει να βασίζεται στο πώς θα πολιτικοποιηθούν οι νεότεροι σύντροφοι και όχι στο πώς θα καλυφθούν οι αδυναμίες χαμηλής πολιτικοποίησης των νεότερων συντρόφων, μέσω μιας ομοσπονδοποίησης που θα λειτουργεί ως εργαλείο καθοδήγησης των «λιγότερο πολιτικοποιημένων σχημάτων».

Στο ζήτημα της παραγωγής νέων κειμένων, που μας έχει απασχολήσει το τελευταίο διάστημα, θα πρέπει να υπάρχει διάκριση ανάμεσα στα ζητήματα που θα πρέπει να έχουμε ενιαία τοποθέτηση (π.χ. δελτία τύπου, κεντρική τοποθέτηση σε κρίσιμες κινηματικές περιόδους, όπου να αποτυπώνεται η κινηματική κατεύθυνση που προτάσσουμε) και σε αναλυτικά κείμενα που οφείλουμε να διατηρήσουμε το status της παραγωγής τους από τα σχήματα, ώστε να εξυπηρετείται και ο στόχος της εμπλοκής του κάθε σχηματία με την παραγωγή πολιτικής και να επιτυγχάνεται μέσω αυτής της διαδικασίας η απαραίτητη πολιτική εμβάθυνση.

Σε κάθε περίπτωση, το μεγαλύτερο πρόβλημα που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε είναι η λογική της ανάθεσης. Αυτή αποτελεί τη βάση για τα όποια ζητήματα εσωτερικής δημοκρατίας αντιμετωπίζουμε και άρα κάθε πρόταση για βελτίωση των δομών μας, θα πρέπει κυρίαρχα να απαντά σε αυτό.


ΓΙΑ ΤΗ ΦΥΣΙΟΓΝΩΜΙΑ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟΥΣ ΣΥΛΛΟΓΟΥΣ ΜΑΣ

Τα προβληματικά χαρακτηριστικά που εντοπίζονται κεντρικά στην ΕΑΑΚ είναι αλληλένδετα και με τη φυσιογνωμία που προβάλλει το κάθε σχήμα στο εσωτερικό της σχολής του. Τα προβλήματα στον τρόπο στράτευσης νεότερων συντρόφων και συντροφισσών σε συνδυασμό με τους διαρκώς εντεινόμενους ρυθμούς σπουδών και με την πίεση για συντομότερη ολοκλήρωσή τους, επηρεάζουν τελικά την ίδια τη φυσιογνωμία παρέμβασής μας. 

Η αδυναμία να ανταποκριθούμε όπως παλαιότερα στην παρέμβασή μας στους συλλόγους τείνει να θεωρητικοποιηθεί, με χρήση σαθρών επιχειρημάτων. Η αντικατάσταση της παρέμβασης με εργαλείο το «τραπεζάκι» από μια γενικόλογη επίκληση για παρέμβαση κυρίως μέσα στα μαθήματα “αφού εκεί είναι που βρίσκονται οι φοιτητές”, παραγνωρίζει ότι εκεί ούτε μπορούμε να ανοίξουμε το σύνολο της πολιτικής μας ατζέντας, αλλά ούτε και θα έπρεπε, καθώς νομιμοποιούμε μια κατάσταση όπου όλοι βιάζονται να διεκπεραιώσουν τις σπουδές τους, χωρίς να προτάσσεται ένα άλλο υπόδειγμα. Ακούμε συχνά πως “πρέπει να αλλάξουμε τρόπο παρέμβασης γιατί αυτός δεν πιάνει”, χωρίς να προτείνεται κάτι αντιπαραθετικό με την ως τώρα καθημερινή πρακτική των σχημάτων. Η ενσωμάτωση ενός αισθήματος ήττας μέσα στην πιεστική καθημερινότητα των τελευταίων χρόνων, οδηγεί ένα σημαντικό τμήμα ειδικά των νέων συντρόφων και συντροφισσών σε απαισιόδοξη εκτίμηση για το μέλλον και σε μια τάση αναθεωρητισμού των ως τώρα πρακτικών των σχημάτων. Αν δούμε τις τάσεις αυτές σε συνδυασμό με την ανάλυση που υιοθετούν πολλά σχήματα για τον απελευθερωτικό χαρακτήρα της γνώσης, είναι αναγκαίο να προσέξουμε τον κίνδυνο μερίδα νέων συντρόφων/ισσών να ενταχθεί πλήρως σε μια εντατικοποιημένη καθημερινότητα θεωρώντας παράλληλα πως κάνει αποτελεσματικό φοιτητικό συνδικαλισμό...

Ο ρόλος μας είναι να σπάμε την κανονικότητα, να μην προσαρμοζόμαστε σε αυτή και αυτό θα επιτευχθεί με το να συστηματοποιήσουμε την παρέμβασή μας. Το τραπεζάκι θα πρέπει να είναι το «κέντρο αναφοράς» για το τι γίνεται στο φοιτητικό κίνημα και στους κοινωνικούς αγώνες. Βέβαια, βασική προϋπόθεση για να επιτευχθεί αυτό είναι η ουσιαστική στράτευση στο κίνημα και στην υπόθεση της επαναστατικής ανατροπής (με εργαλείο μας το σχήμα μας και την ΕΑΑΚ). Αλλά για να επιτευχθεί αυτή η στράτευση απαιτείται να έχει πειστεί κανείς. Πρέπει να είναι εμφανές στον κάθε φοιτητή ότι οι σχηματίες είναι αυτοί που τρέχουν για ότι «παίζει» μέσα και έξω από τη σχολή, όχι ως αντιπρόσωποι που τους ανατίθεται έργο, αλλά ως αυτοί που προσπαθούν να εμπλέξουν την πλειοψηφία των φοιτητών στις εκάστοτε διεκδικήσεις. Εξάλλου, για να στρατευτεί κανείς, πρέπει να είναι καθαρό ότι εμπλέκεται και στη διαμόρφωση του πολιτικού περιεχομένου ισότιμα, ότι δεν υπάρχουν ειδικοί, ότι είμαστε ο μόνος χώρος στη σχολή που δεν διαχωριζόμαστε  σε αυτούς που καθορίζουν την πολιτική γραμμή και σε αυτούς που την υλοποιούν.

Άρα ο καθένας και η καθεμία μας πρέπει να έχουμε μονίμως υπόψιν ότι αποτελούμε εικόνα του πώς αντιμετωπίζουμε το πανεπιστήμιο ως αστικό θεσμό, ότι είμαστε αυτοί που θα φέρνουν παντού κόντρες και θα αμφισβητούμε κάθε πτυχή της κυρίαρχης αντίληψης για το πώς σπουδάζουμε. Οφείλουμε ανά πάσα στιγμή να αντιμετωπίζουμε προσπάθειες αυθαιρεσίας διοικήσεων, καθηγητών, με όπλα μας τις συλλογικές και μαζικές διαδικασίες.

Το σημαντικότερο ίσως στοιχείο που θα πρέπει να προτάσσουμε είναι η καθαρή μας θέση ενάντια στη συνδιοίκηση, την ανάθεση και αντιπροσώπευση. Αυτές οι πρακτικές, σε κάθε τους πτυχή είναι ξένες προς τη δική μας αντίληψη και οφείλουμε να τις αντιπαλεύουμε χωρίς αστερίσκους και ανεξάρτητα από τακτικές. Είναι πρακτικές που εξυπηρετούν τους στόχους των ΔΑΠ-ΠΑΣΠ και της γραφειοκρατικής-ρεφορμιστικής αριστεράς.


Δεν υπάρχουν σχόλια

Από το Blogger.