Το ΜπαλτάκοςGate, το “Antifa” Κράτος και η πάλη ενάντια στο φασισμό

Το ΜπαλτάκοςGate, το “Antifa” Κράτος και η πάλη ενάντια στο φασισμό

(Δημοσιευμένο στο τ.23 του Δελτίου Παρέμβασης στα Ε.Α.Α.Κ.
 και το Φοιτητικό κίνημα, Απρίλιος 2014)
Δύο βδομάδες μετά το ξέσπασμα του ΜπαλτάκοςGate, η κυβέρνηση φαίνεται να έχει απορροφήσει τους κραδασμούς που προκλήθηκαν από το σκάνδαλο. Ο χειρισμός της υπόθεσης και οι κατευθύνσεις των Μ.Μ.Ε. και της δικαιοσύνης, με φόντο την έξοδο της Ελλάδας στις αγορές, κατάφεραν να μετατρέψουν τον Μπαλτάκο από ενορχηστρωτή της τρέχουσας πολιτικής των αφεντικών σε αποδιοπομπαίο ακροδεξιό τράγο, αγιοποιώντας παράλληλα τον Σαμαρά. Από την άλλη, το αντιφασιστικό κίνημα και η αριστερά άφησαν την μπάλα στο στρατόπεδο του αντιπάλου, χωρίς να καταφέρουν κάποιο ουσιαστικό πλήγμα στο κράτος ή τους φασίστες. Παρ'όλα αυτά, από την όλη υπόθεση μπορούμε να βγάλουμε μια σειρά από συμπεράσματα σε σχέση με το κράτος, την αστική τάξη και την διαπλοκή τους με το φασισμό, ανανεώνοντας τις αναλύσεις μας και τις ευθύνες μας για τη συνέχεια του αντιφασιστικού αγώνα.

Ο Μπαλτάκος αντιπροσωπεύει το βαθύ κράτος που απαρτίζεται από την συμμορία του Δικτύου '21, και θέτει την ρατσιστική και ακροδεξιά ατζέντα της κυβέρνησης. Αυτός, ο Φαήλος Κρανιδιώτης και οι λοιποί δηλωμένοι αντικομμουνιστές αυλικοί του Σαμαρά, διορισμένοι σε θέσεις-κλειδιά στην κρατική μηχανή, υποκαθιστούν πλήρως την εκτελεστική εξουσία και την βουλή, σε σημείο ο Μπαλτάκος να έχει την δυνατότητα να παγώσει το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο πέρυσι τον Μάιο. Η ακροδεξιά αυτή κλίκα είναι οι ευαγγελιστές του σχεδίου που έχουν χαράξει οι καταπιεστές μας για τάξη, ασφάλεια, πατρίδα, θρησκεία και οικογένεια. Παρ'όλα αυτά, σύσσωμο το αστικό μπλοκ έπεσε από τα σύννεφα, και όλοι απόρησαν πως η δημοκρατική Ν.Δ. μπορεί να συνομιλεί με τους ναζί μαχαιροβγάλτες. Ο Σαμαράς βρέθηκε έκθετος από τις αποκαλύψεις καθώς όλο το προηγούμενο διάστημα προσπαθούσε να πείσει τους πάντες πως διεξάγει αντιφασιστικό και ιδεολογικό αγώνα εναντίον της Χρυσής Αυγής. Αποδεικνύεται όμως για άλλη μια φορά ότι οι συλλήψεις της ηγεσίας της Χρυσής Αυγής ήταν ένα ενδοοικογενειακό ξεκαθάρισμα στη δεξιά πολυκατοικία. Η δολοφονία του Φύσσα ήταν η χρυσή ευκαιρία του Σαμαρά για να ανακόψει το ρεύμα προς τη Χρυσή Αυγή που δημιούργησε η μετατόπιση της ατζέντας ακροδεξιότερα και να αναχαιτίσει τους φασίστες που αναβάθμιζαν την αυτόνομη δράση τους και αμφισβητούσαν το μονοπώλιο της βίας από το κράτος. Με τον “κρατικό αντιφασισμό”, την τρομουστερία και την ρητορεία για τα δύο άκρα (με στόχο τον πραγματικό εχθρό, την αριστερά, την αναρχία και τα κινήματα) η κυβέρνηση έφτιαξε ένα πλήρες επικοινωνιακό πακέτο που την διαφήμιζε ως τη δημοκρατικότερη δύναμη του πολιτικού φάσματος, τόσο στην εκλογική πελατεία όσο και σε κομμάτια της αστικής τάξης που καλοβλέπουν μια διαχείριση των συμφερόντων τους από τη Χρυσή Αυγή
Για τους φασίστες είναι ζωτικής σημασίας το άνοιγμα με τον Μπαλτάκο. Η αποκάλυψη του βίντεο έγινε την ημέρα που συζητιόταν στη βουλή η άρση ασυλίας των χρυσαυγιτών και λειτούργησε ως μοχλός πίεσης στην κυβέρνηση αλλά και ως το τελευταίο τους χαρτί. Οι ναζί χρειάζονται κάποιο πάτημα για να στηρίξουν την οργανωτική και πολιτική τους ανασυγκρότηση εν όψει των εκλογών, αφού με τις διώξεις υπέφεραν σοβαρά οργανωτικά πλήγματα αλλά κυρίως επειδή το αντιφασιστικό κίνημα τους έστειλε πίσω στις τρύπες τους μετά τη δολοφονία Φύσσα. Παρά τις σκοπιμότητες που μπορεί όμως να είχαν οι ίδιοι οι φασίστες, κατέρρευσε εκκωφαντικά το αντισυστημικό προφίλ που προσπαθούσαν να πλασάρουν. Ο Κασιδιάρης που υποσχόταν σφαλιάρες στους αλήτες πολιτικούς, συνομιλεί σε χαλαρό ύφος με το βαθύ κράτος για το πως χειρίστηκαν πρωθυπουργός και εισαγγελέας την σύλληψη του. Εξάλλου, δεν είναι πρωτοφανείς οι υπόγειες διαδρομές κράτους και παρακράτους καθώς αντίστοιχοι μπαλτάκοι έχουν αποφασίσει να προστατέψουν τις δημόσιες εκδηλώσεις των ναζί ή να κάνουν τα στραβά μάτια στα κοινά πογκρόμ μπάτσων-φασιστών.

Από τις αποκαλύψεις του ΜπαλτάκοςGate βγαίνουν για πολλοστή φορά πλούσια συμπεράσματα για την εξάρτηση της αστικής δικαιοσύνης από το πολιτικό προσωπικό και τα συμφέροντα που υπηρετεί. Η συντοπίτισσα του Σαμαρά, εισαγγελέας Γκοτζαμάνη, “ξεχρεώνει το γραμμάτιο” διώκοντας με το γάντι τους χρυσαυγίτες ενώ μπορεί παράλληλα να βγάζει παράνομες απεργίες, να δικάζει αγωνιστές ή να κλείνει καταλήψεις κατά παραγγελία του Δένδια και του Αθανασίου. Η τυφλή και ανεξάρτητη δικαιοσύνη είναι μια αυταπάτη, που ενισχύεται εξαιρετικά από την αστική προπαγάνδα που υιοθετεί και ο ΣΥΡΙΖΑ για εμπιστοσύνη στους θεσμούς και την δημοκρατία.

Μπορεί η κυβέρνηση Ν.Δ.-ΠΑ.ΣΟ.Κ. και το κράτος έκτακτης ανάγκης που έχουν εγκαθιδρύσει να είναι η κυρίαρχη επιλογή της αστικής τάξης για την διαχείριση της κρίσης, όμως οι συνομιλίες των φασιστών με αυτήν την κυβέρνηση, έχουν το χαρακτήρα συνδιαλλαγής δυο αντιπαραθετικών αστικών σχεδίων. Τα ελληνικά αφεντικά ποντάρουν ακόμα στον βοναπαρτισμό του Σαμαρά, αλλά τίθεται σοβαρά το ενδεχόμενο, δεδομένης της ανόδου του ΣΥΡΙΖΑ, να χρειαστεί ένας νέος συνασπισμός εξουσίας με μια πιο εθνικιστική ΝΔ, Καμμένους, Χριστιανοδημοκράτες και μια πιο σοβαρή μετάλλαξη του φασιστικού κινήματος. Η Χρυσή Αυγή παραμένει ως εφεδρεία και αυτό γιατί η σύλληψη της ηγεσίας της δεν είχε σκοπό την διάλυση της ως μόρφωμα, αλλά τον περιορισμό της ως κόμμα στα πλαίσια των ενδοαστικών ανταγωνισμών.

Η μέχρι τώρα δράση της Χρυσής Αυγής μας έχει αποδείξει ότι κινείται σε μια σχετικά αυτόνομη τροχιά: είτε όταν κάνει πολιτικοοικονομικά νταραβέρια στα σαλόνια πολιτικών και επιχειρηματιών, είτε όταν οργανώνει τάγματα εφόδου στις γειτονιές και υπερβαίνει τα όρια σκοτώνοντας τον Παύλο Φύσσα. Αυτή η αυτονομία άλλωστε διαχωρίζει τα ακροδεξιά κόμματα από τον εθνικοσοσιαλισμό και είναι ένας από τους λόγους που προκύπτει η ανάγκη για αυτόνομο αντιφασιστικό αγώνα. Η σταλινική λογική - με διάφορες παραλλαγές - που θέλει τον αντιφασιστικό αγώνα να υπάγεται και να διεξάγεται μόνο μέσω του ευρύτερου εργατικού/αντικαπιταλιστικού ή ακόμη χειρότερα η θέση της μη ύπαρξης θέματος πραγματικού φασισμού αλλά περιστολής δημοκρατικών ελευθεριών κτλ., οδηγεί σε πογκρόμ των φασιστών λόγω έλλειψης των δικών μας μαζικών δομών αυτοπροστασίας. Άλλη επικίνδυνη λογική για τον φασισμό που ελοχεύει σε διάφορους χώρους, είναι αυτή του “πανφασισμού”, με τη διαρκή ρητορεία περί χούντας, φασιστικής κυβέρνησης ή φασιστικοποίησης της κοινωνίας. Όσοι αναπαράγουν αυτά τα συνθήματα δεν μπορούν να διακρίνουν τον αυταρχισμό ενός ακροδεξιού κράτους και την επιβολή του από τα πάνω (ακόμα και με ναζιστικής έμπνευσης στρατόπεδα συγκέντρωσης στην ατζέντα) μαζί την εξάπλωση του ρατσισμού και των εθνικών ιδεών, από την επιλογή ενός πραγματικά φασιστικού κινήματος από τα κάτω ως μέσο επιβολής των αστικών συμφερόντων.

Η ανασυγκρότηση της Χρυσής Αυγής εν όψει των εκλογών πρέπει να αποτελεί πρόκληση για το αντιφασιστικό κίνημα που πρέπει να αναλάβει τις σημαντικές του ευθύνες και να ανακάμψει από την αδράνεια των τελευταίων μηνών. Απαιτείται υψηλή τοπική οργάνωση και παρέμβαση, έτσι ώστε οι φασίστες να μην μπορέσουν να κάνουν ούτε λεπτό τον προεκλογικό τους αγώνα. Ο Αντιφασιστικός Συντονισμός στην Αθήνα και η ΚΕΕΡΦΑ (που το τελευταίο διάστημα διοργάνωσαν πετυχημένες πανευρωπαϊκές συναντήσεις) μαζί με τις πρωτοβουλίες του αναρχικού χώρου, πρέπει να δημιουργήσουν το δίκτυο εκείνο που θα δρα τοπικά και θα προπαγανδίζει κεντρικά, τόσο στην Αθήνα όσο και σε πανελλαδικό επίπεδο. Δυστυχώς, η ηγεσία του ΚΚΕ και η πλειοψηφία του ΣΥΡΙΖΑ, κολλημένες στη σταλινική και ρεφορμιστική γραμμή, αρνούνται πεισματικά να συμμετέχουν σε ένα ενιαίο μέτωπο αντιφασιστικής δράσης και υπεράσπισης των προλεταριακών συμφερόντων και απομακρύνουν τα μέλη τους από τέτοιες διαδικασίες, στερώντας έτσι τεράστιες μαζικές δυνατότητες στο κίνημα. Αντίθετα, ο αναρχικός και ο αυτόνομος χώρος πρέπει να απαλλαγούν επιτέλους από τον σεχταρισμό -στο όνομα της πολιτικής καθαρότητας- και την μονόπλευρη εμμονή της φυσικής αντιπαράθεσης στο δρόμο (ακόμα και αν αυτό δεν είναι καθολικό) και να συμπράξουν με τους υπόλοιπους χώρους στο πλαίσιο του ευρύτερου αντιφασιστικού μετώπου. Τέλος, στην μέχρι τώρα εξέλιξη του αντιφασιστικού αγώνα, απουσιάζει ο βασικός ρόλος που πρέπει να παίξουν τα σωματεία και η εργατική τάξη, και αυτό συμβαίνει λόγω των γραφειοκρατικών αγκυλώσεων και της κατάστασης αδυναμίας που βρίσκεται το εργατικό κίνημα. Είναι ίσως ο πιο καθοριστικός παράγοντας καθώς το τσάκισμα του φασισμού περνάει μέσα από την ενότητα των εργαζομένων απέναντι στην επίθεση των αφεντικών και των μπράβων τους.


Ο φασισμός ανθεί και μέσα στις σχολές μας και υπάρχει το πρόσφατο παράδειγμα στη νομική Κομοτηνής όπου πρωτοεμφανίστηκε μια θρασύδειλη “εθνικοσιαλιστική φοιτητική κίνηση”. Δεν θα πρέπει να υπάρξει κανένας εφησυχασμός από την πλευρά μας, καθώς υπάρχουν σε όλες τις σχολές και τα τμήματα φοιτητές και φοιτήτριες φιλικοί στην ιδέα του ναζισμού, σταγονίδια στη ΔΑΠ ή μέλη της Χρυσής Αυγής, που διαχέουν το εθνικιστικό μίσος στις καθημερινές ακαδημαϊκές δραστηριότητες. Ανακύπτει συνεπώς η ανάγκη δημιουργίας αντιφασιστικών πυρήνων στις σχολές, που θα αντιπαρατίθενται μαχητικά με όσους αποκαλύπτεται η φασιστική τους δράση ή η ναζιστική ιδεολογία και που θα προτάσσουν τη διαγραφή τους από τους συλλόγους μέσω μαζικών γενικών συνελεύσεων, χτίζοντας έτσι αντιφασιστικές συνειδήσεις. Ο εθνικισμός και ο ρατσισμός πρέπει να απομονωθούν δυναμικά μέσα στις σχολές μέσω του προτάγματος των διεθνιστικών αξιών και κάθε αίθουσα και εργαστήριο πρέπει να γίνουν χώροι αφιλόξενοι για φασίστες.


Τα σχήματα της ΕΑΑΚ θα πρέπει να μεταφέρουν επιτακτικά και στοχευμένα το αντιφασιστικό στίγμα στα πανεπιστήμια, καθώς είναι τα μόνα που μπορούν να πάρουν αυτήν την πρωτοβουλία. Αυτό φυσικά θα γίνει μέσα από την δουλειά των σχημάτων: χρειάζεται να επεξεργαστούμε σοβαρά τα ζητήματα γύρω από το φασισμό στις διαδικασίες μας και να εντάξουμε την υπόθεση του αντιφασισμού στην καθημερινή πολιτική παρέμβαση μας, στα συνθήματά και τα υλικά μας, μαζί με την πάλη για το πανεπιστήμιο των αναγκών μας “που προστάζει η φυσιογνωμία μας”. Η πάλη ενάντια στο φασισμό και το ρατσισμό, καθώς και η αποδόμηση των κυρίαρχων αφηγήσεων της πατριαρχίας, της ομοφοβίας και των εθνοπατριωτικών ιδεοληψιών είναι κομμάτια της συζήτησης που δυστυχώς τα ΕΑΑΚ πολλές φορές αποφεύγουν να κάνουν παρά μόνο όταν τους το επιβάλλουν οι εξελίξεις. Τα σχήματα και οι φοιτητικοί σύλλογοι, στα πλαίσια της αναγκαίας ανασυγκρότησής τους, πρέπει να αλληλεπιδράσουν ουσιαστικά με τοπικές και κεντρικές αντιφασιστικές δομές καθώς και με τους εργατικούς αγώνες, με σκοπό την κοινή δράση και την οικοδόμηση του ενιαίου εργατικού μετώπου για το τσάκισμα του φασισμού και την ανατροπή της καπιταλιστικής βαρβαρότητας.

Nίκος Μόρφης

Δεν υπάρχουν σχόλια

Από το Blogger.